Μετάβαση στο περιεχόμενο

Πογκρόμ του Κάμπελ

Αυτό είναι ένα καλό λήμμα. Πατήστε εδώ για περισσότερες πληροφορίες.
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Πογκρόμ του Κάμπελ
Μέρος του Αντισημιτισμού στην Ελλάδα
(με τη φορά του ρολογιού) Ερείπια του συνοικισμού μετά το πογκρόμ, τραυματισμένος Εβραίος σε νοσοκομείο, Οικογένειες εγκαταλείπουν το συνοικισμό, Εβραίοι προστατεύονται σε συναγωγή, στρατιωτικό τμήμα προστατεύει τον συνοικισμό για την αποφυγή νέου πογκρόμ.
Ημερομηνία29-30 Ιουνίου 1931
ΤοποθεσίαΣυνοικισμός Κάμπελ, Καλαμαριά Θεσσαλονίκης
Συντεταγμένες40°35′03″N 22°58′04″E / 40.5841501°N 22.9676707°E / 40.5841501; 22.9676707Συντεταγμένες: 40°35′03″N 22°58′04″E / 40.5841501°N 22.9676707°E / 40.5841501; 22.9676707
ΣτόχοςΟικίες και επιχειρήσεις Εβραίων
Συμμετέχοντες
  • Μέλη εθνικιστικών οργανώσεων
  • Μικρασιάτες Πρόσφυγες
  • Έφεδροι στρατιώτες
Έκβαση
  • Καταστροφή συνοικισμού
  • Μετανάστευση περίπου 30.000 Εβραίων προς την Γαλλία και την Παλαιστίνη
  • Δίκη των πρωτεργατών του Πογκρόμ και μετέπειτα αθώωση τους
Απώλειες
2 νεκροί κάτοικοι, δεκάδες τραυματίες, υλικές καταστροφές αξίας 2 εκατομμυρίων δραχμών.[α]

Το Πογκρόμ του Κάμπελ, αναφερόμενο και ως Εμπρησμός του Κάμπελ[2], ήταν αντισημιτικό πογκρόμ που έλαβε χώρα τον Ιούνιο του 1931 στη Θεσσαλονίκη.

Το Κάμπελ ήταν ένας φτωχός εβραϊκός συνοικισμός που δημιουργήθηκε στον απόηχο της μεγάλης πυρκαγιάς της Θεσσαλονίκης για να στεγάσει εβραίους πρόσφυγες οι οποίοι συνετρίβησαν οικονομικά από την καταστροφή και περιθωριοποιήθηκαν. Κατά τη δεκαετία του 1920 η εβραϊκή κοινότητα απομονώθηκε πολιτικά, και στοχοποιήθηκε από την βενιζελική παράταξη, η οποία την θεωρούσε υπεύθυνη τόσο για την εκλογική ήττα των βενιζελικών το 1920 όσο και για τη Μικρασιατική Καταστροφή. Παράλληλα, κατά τα μέσα της δεκαετίας, εμφανίστηκαν οι πρώτες φασιστικές οργανώσεις στην Θεσσαλονίκη οι οποίες ανέπτυξαν αντισημιτική δράση με την ανοχή της κυβέρνησης. Μέσα από την αρθρογραφία βενιζελικών εφημερίδων, κυρίως της «Μακεδονίας», οι Εβραίοι της Θεσσαλονίκης στοχοποιούνταν ως ξένο σώμα που επιδίωκε την καταστροφή της Ελλάδας.

Με αφορμή την ψευδή[3] κατηγορία περί συνεργασίας της κοινότητας με Βούλγαρους και κομμουνιστές για την ανεξαρτητοποίηση της Μακεδονίας, μικρασιάτες πρόσφυγες, έφεδροι του Ελληνικού Στρατού και μέλη αριθμού εθνικιστικών οργανώσεων, ξεκίνησαν μια εκστρατεία αντισημιτικής βίας και εκφοβισμού καθ'όλη τη διάρκεια του Ιουνίου 1931. Οι αρχικές επιθέσεις αντιμετωπίστηκαν με αδιαφορία από τη κυβέρνηση, ιδίως από τον τοτε γενικό διοικητή Μακεδονίας Στυλιανό Γονατά ο οποίος στήριζε τις αντισημιτικές οργανώσεις. Η αντισημιτική εκστρατεία κορυφώθηκε το βράδυ μεταξυ 29 και 30 Ιουνίου όπου εθνικιστές και πρόσφυγες επιτέθηκαν σε εβραϊκούς συνοικισμούς, με κυριότερη την επίθεση στο «Κάμπελ» (σημ. συνοικισμός Βότση)[4] της Καλαμαριάς. Οι τοπικές αρχές δεν κατάφεραν να περιορίσουν τα επισόδεια ενώ απέτρεψαν προσπάθειες Εβραίων να αντισταθούν στις επιθέσεις.

Στη κοινοβουλευτική συζήτηση που ακολούθησε, ορισμένοι βουλευτές υπερασπίστηκαν το πογκρόμ ως πατριωτική πράξη. Τον Απρίλιο του επόμενου έτους ακολούθησε η δίκη των πρωτεργατών της επίθεσης, κατά την οποία αθωώθηκαν όλοι οι κατηγορούμενοι. Η φιλελεύθερη κυβέρνηση Βενιζέλου, παρότι δήλωσε πως θα στηρίξει την κοινότητα, δεν την βοήθησε να επανακάμψει, προσφέροντας ελάχιστη οικονομική βοήθεια. Στον απόηχο του πογκρόμ, χιλιάδες Εβραίοι εγκατέλειψαν οριστικά τη Θεσσαλονίκη και εγκαταστάθηκαν στη Γαλλία και την Παλαιστίνη. Η κοινότητα παρέμεινε αποκομμένη και αποδυναμωμένη μέχρι την επιβολή του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου από τον Ιωάννη Μεταξά το 1936.

Πολιτικό και ιστορικό πλαίσιο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι Εβραίοι είχαν επί εκατοντάδες χρόνια ισχυρή παρουσία στη Θεσσαλονίκη, αποτελώντας την πολυπληθέστερη εθνοτική ομάδα της πόλης.[5] Με την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης οι Εβραίοι μεταβλήθηκαν από κυρίαρχοι της πόλης σε μειονότητα του ελληνικού κράτους.[6] Το πρώτο δίμηνο της εισόδου του Ελληνικού στρατού στη Θεσσαλονίκη ακολούθησαν διώξεις Εβραίων από Έλληνες, οι οποίες όμως περιορίστηκαν λόγω της επέμβασης της ελληνικής κυβέρνησης.[6] Η Θεσσαλονίκη δεν είχε κατοχυρωθεί υπέρ της Ελλάδας με αποτέλεσμα οι αρχές και η βασιλική οικογένεια να ακολουθήσουν μια φιλοεβραϊκή πολιτική ενόψει της διάσκεψης στο Λονδίνο.[6] Η κοινότητα της Θεσσαλονίκης ήταν διαιρεμένη αναφορικά με την ενσωμάτωση της πόλης στο ελληνικό κράτος∙ Οι σιωνιστές υποστήριζαν πως η Θεσσαλονίκη έπρεπε να γίνει ελληνική ενώ οι αντισιωνιστές επιδίωκαν τη διεθνοποίηση της πόλης, φοβούμενοι πως τα νέα σύνορα θα περιόριζαν τις οικονομικές δραστηριότητές τους.[7][β]

Στις εκλογές του Μαΐου 1915 οι Θεσσαλονικείς σοσιαλιστές και η Φεντερασιόν συνεργάστηκαν με την Ηνωμένη Αντιπολίτευση του Δημήτριου Γούναρη λόγω της συμφωνίας τους στην τήρηση ουδέτερης στάσης στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο.[9] Οι φιλελεύθεροι της συμπρωτεύουσας πίστωσαν την ήττα του Ελευθέριου Βενιζέλου στις ψήφους των Εβραίων και των Τούρκων της πόλης.[9]

Μετά τη μεγάλη πυρκαγιά της Θεσσαλονίκης του 1917 και το ρυμοτομικό σχέδιο που την ακολούθησε, η εβραϊκή κοινότητα της πόλης φτωχοποιήθηκε και περιθωριοποιήθηκε.[10] Την επόμενη τριετία, γνώρισε μια μικρή βελτίωση, η οποία όμως ανεστάλη μετά την άφιξη των Μικρασιατών προσφύγων,[10] οι οποίοι αντιμετώπιζαν τους εβραίους ανταγωνιστικά.[11] Το 1920, μεταφράστηκαν για πρώτη φορά στα ελληνικά τα «Πρωτόκολλα των Σοφών της Σιών» από το Υπουργείο Εξωτερικών και δημοσιεύτηκαν πέντε χρόνια αργότερα, από την εφημερίδα «Ελεύθερος Τύπος» στην Αθήνα σε μία προσπάθεια πολεμικής ενάντια του κομμουνισμού, με αφορμή σειρά άρθρων του Ιωάννη Σοφιανόπουλου στην εφημερίδα «Ελεύθερον Βήμα», που κατέγραφε τις εμπειρίες του από τη Σοβιετική Ρωσία.[12]

Στις εκλογές του 1923 συστάθηκε ξεχωριστός εκλογικός σύλλογος, αποκλειστικά για Εβραίους.[13] Η συγκεκριμένη κίνηση -γεγονός που παραδέχθηκε και ο ίδιος ο Βενιζέλος- έγινε καθαρά για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας, επειδή οι Φιλελεύθεροι θεωρούσαν την εβραϊκή κοινότητα υπεύθυνη τόσο για την εκλογική ήττα στις βουλευτικές εκλογές του 1920, όσο και τις καταστροφές που ακολούθησαν τη χώρα μετά.[13] Πριν τις εκλογές του 1928, ο Βενιζέλος ισχυρίστηκε πως ο ξεχωριστός εκλογικός σύλλογος αποτελούσε ένα προσωρινό μέτρο για την υπεράσπιση των Εβραίων, και πως θα καταργούνταν.[13] Παρότι οι Εβραίοι στήριξαν τον Βενιζέλο, μετά την επανεκλογή του ανέφερε πως το συγκεκριμένο εκλογικό σύστημα θα διατηρούνταν έως ότου «οι Εβραίοι της Θεσσαλονίκης νιώσουν πως είναι Έλληνες Πολίτες».[14]

Μετά τις εκλογές του 1928, οι σχέσεις Φιλελευθέρων και εβραϊκής κοινότητας βελτιώθηκαν σημαντικά για μικρό χρονικό διάστημα.[15] Μάλιστα, τον Δεκέμβριο του 1930, αναδείχθηκε δήμαρχος υποψήφιος των φιλελευθέρων στηριζόμενος από την κοινότητα.[15] Ωστόσο, την ίδια περίοδο, εκδόθηκε για πρώτη φορά στη Θεσσαλονίκη ελληνική μετάφραση των «πρωτοκόλλων», από τοπικές εφημερίδες της πόλης, ενώ ταυτόχρονα η «Μακεδονία» ασκούσε έντονη κριτική -ρητορική είχε ήδη ξεκινήσει να υιοθετεί από το 1915-[16] απέναντι στην εβραϊκή κοινότητα θεωρώντας την ξένο σώμα, το οποίο υπονόμευε την Ελλάδα.[15]

Απαρχές της σύγκρουσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Φασισμός στον Μεσοπόλεμο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο ελληνικός φασισμός παρότι δεν απέκτησε τη μαζικότητα που εμφάνισε σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, υπήρξε ιδιαίτερα δυναμικός στη Βόρεια Ελλάδα κατά τις αρχές της δεκαετίας του 1930.[17] Η σημαντικότερη από τις φασιστικές οργανώσεις του Μεσοπολέμου, υπήρξε η «Εθνική Ένωσις Ελλάς» (ΕΕΕ), η οποία είχε αντισημιτική και αντικομμουνιστική δράση.[18] Λαμβάνοντας τόσο στήριξη από τον τοπικό τύπο, όσο και ανοχή από τα σώματα ασφαλείας, η δράση της ΕΕΕ περιελάμβανε την αναγραφή αντιεβραϊκών συνθημάτων σε τοίχους, και την επίθεση σε καφενεία, βιβλιοπωλεία και κινηματογράφους όπου σύχναζαν αριστεροί.[19]

Το μακκαβικό συνέδριο στη Σόφια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Την περίοδο μεταξύ 27 και 31 Αυγούστου 1930, στη Σόφια έλαβαν χώρα αθλητικές εκδηλώσεις εβραϊκών σωματείων, στις οποίες συμμετείχε και εκπρόσωπος της Μακαμπή Θεσσαλονίκης[20], με αφορμή την συμπλήρωση 25 ετών από την ίδρυση της «αδελφής οργάνωσης της Σόφιας».[21] Στις 31 Αυγούστου, πραγματοποιήθηκαν μεγάλες εκδηλώσεις στο στάδιο της πόλης, όπου συμμετείχαν υψηλόβαθμα στελέχη της βουλγαρικής κυβέρνησης και του στρατού.[22] Την επόμενη, ο Αρχιραββίνος Ασέρ Χανανέλ, κατά τη διάρκεια μνημόσυνου στη συναγωγή της Σόφιας υπέρ των πεσόντων στην Παλαιστίνη, προέτρεψε τους πιστούς να μιμηθούν τη δράση των Μακεδόνων και την προσπάθεια τους για την απελευθέρωση της πατρίδας τους.[23] Η ΕΜΕΟ συνεχάρη τη βουλγαρική Μακαμπή και προσκάλεσε τα μέλη της να παρακολουθήσουν συνέδριο της Μακεδονικής Νεολαίας.[23]

Τα γεγονότα αναδημοσιεύτηκαν μία μέρα μετά από την εφημερίδα «Μακεδονία», η οποία καλούσε την Μακαμπή Θεσσαλονίκης να διαχωρίσει τη θέση της από της βουλγαρικής Μακαμπή.[24] Η ΕΕΕ και λοιπές εθνικιστικές οργανώσεις, με κοινή ανακοίνωση καταδίκασαν τη Μακαμπή Θεσσαλονίκης για τη στάση του αντιπροσώπου της, Ισαάκ Κοέν, κατηγορώντας τον πως υιοθέτησε τις θέσεις της ΕΜΕΟ.[25] Ύστερα, αιτήθηκαν από τον υπουργό, και Γενικό Διοικητή Μακεδονίας Στυλιανό Γονατά, την διάλυση της Μακαμπή ως αντεθνικής οργάνωσης.[23] Οι εβραϊκές εφημερίδες της Θεσσαλονίκης διέψευσαν με τη σειρά τους τις κατηγορίες ως ψευδείς και προϊόν πλαστογραφίας, ξεκινώντας μια έντονη διαμάχη ανάμεσα σε αυτές και τη «Μακεδονία».[26] Η υπόθεση ξεχάστηκε για τους επόμενους 10 μήνες και επανεμφανίστηκε στο προσκήνιο τον Ιούνιο του 1931,[27] με αφορμή το χτίσιμο νέου γυμναστηρίου από την Μακαμπή.[28] Μέσα από τη συγγραφή «ολόκληρων ψεμάτων και μισών αληθειών» η κοινότητα στοχοποιούνταν ως αποτελούμενη από απάτριδες εθνοπροδότες κοσμοπολίτες οι οποίοι -όντας παράλληλα φανατικοί κομμουνιστές- συνωμοτούσαν και πλούτιζαν εις βάρος της Ελλάδας.[29] Η συγκεκριμένη ρητορική, σε συνδυασμό με την οικονομική κρίση της περιόδου, αλλά και την απώλεια των προσφυγικών περιουσιών κατά τη διάρκεια των ελληνοτουρκικών ανταλλαγών, δημιούργησε έντονη κοινωνική ανασφάλεια που εκδηλώθηκε με φυλετικά χαρακτηριστικά.[30]

Κοινό αντιεβραικό μέτωπο και πρώτες συγκρούσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1931 δημιουργήθηκε κοινό αντιεβραϊκό μέτωπο, το οποίο αποτελούνταν από αριθμό εθνικιστικών οργανώσεων στο οποίο συμπεριλαμβάνονταν η «Εθνική Παμφοιτητική Ένωσις», η «Εθνική Οργάνωσις Εργατών», η οργάνωση «Παύλος Μελάς» καθώς και έφεδροι του ελληνικού στρατού.[31] Στις 23 Ιουνίου του 1931, η «Εθνική Παμφοιτητική Ένωσις» κυκλοφόρησε προκήρυξη, στην οποία καλούσε τους Έλληνες της Θεσσαλονίκης να απομονώσουν την εβραϊκή κοινότητα και να μποϋκοτάρουν τις επιχειρήσεις τους.[32] Στις 25 Ιουνίου μετά από έκκληση του διοικητικού συμβουλίου της ισραηλιτικής κοινότητας Θεσσαλονίκης στη γενική διοίκηση Μακεδονίας, ενισχύθηκαν οι ένοπλες δυνάμεις της πόλης προκειμένου να προστατέψουν τους ισραηλιτικούς συνοικισμούς και τη «Μακαμπή».[33] Την ίδια μέρα, μετά από εισήγηση του Εβραίου βουλευτή Μεντές Μπεσαντζή, έλαβε χώρα συζήτηση στη Βουλή αναφορικά με το αντισημιτικό κλίμα που επικρατούσε στη Θεσσαλονίκη.[34] Ο Βενιζέλος καταδίκασε τα αντισημιτικά γεγονότα ως «αξιοθρήνητα» ενώ αναγνώρισε τις κατηγορίες εναντίον της Μακάμπη ως συκοφαντίες και προϊόντα πλαστογραφίας.[35] Παρόμοια στάση κράτησαν και βουλευτές της αντιπολίτευσης, όπως ο αρχηγός του Λαικού Κόμματος Παναγής Τσαλδάρης, και ο αρχηγός της Δημοκρατικής Ένωσης, Αλέξανδρος Παπαναστασίου.[36]

Στις 26 Ιουνίου η «Μακεδονία» δημοσίευσε τα παράπονα «ομάδας ιερέων» του Αγίου Φανούριου, στην οποία ανέφερε οτι χριστιανοί ιερείς πέφτουν θύματα χλευασμού στον συνοικισμό «151» από τους κατοίκους.[37] Την ίδια μέρα στον «151» έλαβαν χώρα επισόδεια όπου αντισημίτες λιθοβόλησαν το σπίτι ενός εβραίου κάτοικου και το βράδυ σημειώθηκε νέα επίθεση στο συνοικισμό από μικτή ομάδα εφέδρων και προσφύγων όπου λιθοβόλησαν το σπίτι ενός σιωνιστή.[38] Η γενίκευση των επισοδείων απετράπη με την επέμβαση αστυνομικών από το 7ο αστυνομικό τμήμα οι οποίοι προχώρησαν στη σύλληψη δύο έφεδρων υπαξιωματικών.[39]

Στις 28 Ιουνίου κατά της 10 το βράδυ, ένοπλες ομάδες εθνικιστών και στρατιωτικών λιθοβόλησαν τον συνοικισμό «6» και αποπειράθηκαν να τον πυρπολήσουν, αλλά αποκρούστηκαν από ένοπλα μέλη της εβραϊκής κοινότητας.[40] Η σύγκρουση αυτή, ενίσχυσε περαιτέρω το ήδη υπάρχον αντισημιτικό κλίμα.[41] Το απόγευμα της επόμενης, 29 Ιουνίου, ξεκίνησε η κύρια επίθεση στις εβραϊκές συνοικίες, ενώ αντιεβραικά επεισόδια σημειώθηκαν και στον Βόλο.[4]

Το πογκρόμ των εβραϊκών συνοικισμών της Θεσσαλονίκης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πογκρόμ στους εβραϊκούς συνοικισμούς και η πυρπόληση του «Κάμπελ»[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Εβραίος μικροπωλητής Λεόν Βιδάλ, θύμα του Πογκρόμ. (Ριζοσπάστης 6.7.1931).[42]

Στις 21:30, ομάδα με επικεφαλής μέλος της ΕΕΕ, οπλισμένη με τσεκούρια και περίστροφα, εισέβαλε σε καφενείο του συνοικισμού «Κάμπελ», αλλά απωθήθηκε προσωρινά από αστυνομικές δυνάμεις.[43] Μισή ώρα αργότερα έλαβε χώρα συμπλοκή μεταξύ Εβραίων από τη μία και εθνικιστών και στρατιωτικών από την άλλη, κατά την οποία τραυματίστηκε στρατιώτης του όρχου αεροπορίας.[43] Η είδηση για τον τραυματισμένο στρατιώτη, διαδόθηκε γρήγορα και όξυνε τις διαθέσεις, με αποτέλεσμα μικτή ομάδα 250 Εθνικιστών και στρατιωτικών να επιτεθεί στο «Κάμπελ», όπου ακολούθησαν λεηλασίες, ξυλοδαρμοί και βιασμοί.[44] Σύντομα, το πλήθος των επιτιθέμενων άγγιζε τα 2000 άτομα και, υπό την καθοδήγηση μελών της ΕΕΕ, ξεκίνησαν τον εμπρησμό του «Κάμπελ».[45] Το πρώτο θύμα του πογκρόμ ήταν ο Χριστιανός φούρναρης Λεωνίδας Παππάς, ο οποίος αρνήθηκε να κρύψει τη βενζίνη την οποία σκόπευαν να χρησιμοποιήσουν οι εθνικιστές, και τραυματίστηκε θανάσιμα από πυροβολισμό.[46] Ύστερα, μετέφεραν με οχήματα τη βενζίνη στο Κάμπελ, έβαλαν φωτιά από τέσσερα σημεία και έστησαν οδοφράγματα προκειμένου να αποτρέψουν τη διέλευση πυροσβεστικών.[47]

Παράλληλα με τις συγκρούσεις στο Κάμπελ, περίπου 200 άτομα, επιτέθηκαν προς τον συνοικισμό «151» στην Κάτω Τούμπα με στόχο την πυρπόληση του.[4] Κατά την διάρκεια της επίθεσης τραυματίστηκε θανάσιμα ο Εβραίος μικροπωλητής Λεόν Βιδάλ ο οποίος πέθανε κατά τη διάρκεια της νοσηλείας του στο «Ιπποκράτειο».[4] Σε μία προσπάθεια να υπερασπιστούν την κοινότητα, ένοπλες ομάδες Εβραίων ξεκίνησαν να τρομοκρατούν τις εθνικιστικές ομάδες και ακολούθησαν συγκρούσεις σώμα με σώμα.[42] Στις 23:00, επεισόδια έλαβαν χώρα και στο συνοικισμό «Τράνσβααλ» μεταξύ προσφύγων από την Τούμπα και Εβραίων, τα οποία περιορίστηκαν λόγω της προσπάθειας της χωροφυλακής να διαλύσει τα πλήθη.[48] Παρόμοια γεγονότα έλαβαν χώρα και στον συνοικισμό «Ρέζι Βαρδάρ», κατά τις 00:30 όπου στρατιώτες του πυροβολικού συγκρούστηκαν με Εβραίους.[49] Τελικά, μετά από επέμβαση ισχυρών αστυνομικών δυνάμεων του 7ου και 2ου αστυνομικού τμήματος και τμήματος του ιππικού, όλες οι συγκρούσεις τερματίστηκαν κατά τις 2 το βράδυ, με απολογισμό 2 νεκρούς, δεκάδες τραυματίες και 210 οικογένειες άστεγες.[50]

Επακόλουθα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Την επόμενη του πογκρόμ σε πολλές εβραϊκές επιχειρήσεις και σπίτια γράφτηκαν αντισημιτικά γκράφιτι.[51] Πολλά σπίτια σημαδεύτηκαν απο το γράμμα «Κ» (από το καταδικάζεσαι) με κυανή κιμωλία.[52] Επιπλέον, μεγάλος αριθμός Εβραίων έλαβε ανύνυμες απειλητικές επιστολές με την εντολή να εγκαταλείψουν τη Θεσσαλονίκη μέσα σε δύο εβδομάδες και πως θα εκτελούνταν σε ενδεχόμενη παραμονή τους.[52] Σε μία προσπάθεια να αποτραπούν περαιτέρω επεισόδια, μέλη του ΚΚΕ και της ΚΟΜΛΕΑ διαδήλωσαν ενάντια της ΕΕΕ.[53] Η διαδήλωση του ΚΚΕ ξεκίνησε στις 19:30 αλλά δεν είχε μαζικότητα λόγω της παρουσίας ισχυρών αστυνομικών δυνάμεων.[53] Μία ώρα αργότερα πραγματοποιήθηκε διαδήλωση των αρχειομαρξιστών η οποία διαλύθηκε γρήγορα από τη χωροφυλακή.[53]

Με εισήγηση του Παναγή Τσαλδάρη τέθηκαν τα γεγονότα για συζήτηση στη Βουλη την επόμενη των επιθέσεων.[54] Ο Τσαλδάρης δηλώσε πως τα γεγονότα εξέθεσαν τη χώρα στο εξωτερικό και πως δεν λήφθηκαν τα κατάλληλα μέτρα προκειμένου να αποτραπούν οι επιθέσεις.[55] Ο Βενιζέλος αναγνώρισε εκ νέου τις κατηγορίες εναντίον της μακαμπή ως ψευδείς[56][51] και ανέφερε πως ο υπουργός στρατιωτικών έθεσε το Γ' Σώμα Στρατού σε επιφυλακή προκειμένου να επιβληθεί η τάξη.[56] Έπειτα απο κυβερνητική σύσκεψη μεταξύ του Βενιζέλου, του γραμματέα της Γενικής Διοίκησης Μακεδονίας και του υπουργού εσωτερικών Κωνσταντίνου Λιδωρίκη αποφασίστηκε η παραχώρηση του Γ' Σώματος Στρατού στη διάθεση του Γενικού Διοικητή Μακεδονίας καθώς και η κυκλοφορία περιπόλων με κύριο στόχο τη φρούρηση των εβραϊκών συνοικισμών.[56]

Ο φιλελεύθερος βουλευτής Λεωνίδας Ιασωνίδης, ο οποίος είχε ισχυρά προσφυγικά ερείσματα υποστήριξε πως «άνθρωποι γεμάτοι από πατριωτισμό και εθνισμό δεν μπορούν να χαρακτηρίζονται σπείρες κακοποιών»[57] ενώ ο Γονατάς ανέφερε πως η δράση της ΕΕΕ, όντας αστική και εθνικιστική δεν είχε τίποτα το επιλήψιμο.[58] Οι βενιζελικές εφημερίδες αρνούνταν την ύπαρξη εθνικιστικών οργανώσεων πίσω από το πογκρόμ, ενώ -αντιστρέφοντας τη πραγματικότητα- ισχυρίζονταν πως τα γεγονότα ήταν αποτέλεσμα κομμουνιστικής προβοκάτσιας.[59] Οι εν λόγω κατηγορίες, σε συνδυασμό με την εύρεση οπλισμού στην εργατική λέσχη Θεσσαλονίκης οδήγησαν στις συλλήψεις σεσημασμένων κομμουνιστών.[60]

Η ηγεσία της εβραϊκής κοινότητας, ζήτησε την προσωπική παρουσία του Βενιζέλου προκειμένου να αποκατασταθεί η τάξη στη Θεσσαλονίκη.[61] Με εντολή του Βενιζέλου, αναχώρησαν για τη Θεσσαλονίκη ο υπουργός αεροπορίας Αλέξανδρος Ζάννας και ο υπουργός δικαιοσύνης Νίκος Αβραάμ προκειμένου να καθησυχάσουν τη κοινότητα και να τη διαβεβαιώσουν πως οι υπαίτιοι των επιθέσεων θα τιμωρηθούν.[62] Μέσα σε μια εβδομάδα η κυβέρνηση παρείχε στη κοινότητα μισο εκατομμύριο δραχμές ως αποζημίωση για τις ζημιές.[63][γ] Παρά την αποκήρυξη του πογκρόμ και του αντισημιτισμού γενικότερα από τον Βενιζέλο, οι σχέσεις μεταξύ της Εβραϊκής κοινότητας και του βενιζελικού χώρου δεν μπόρεσαν να αποκατασταθούν,[61] καθώς η κυβέρνηση -παρότι υποσχέθηκε πως θα συνδράμει στην επανάκαμψη της κοινότητας-[65] δεν έκανε τίποτα για να βοηθήσει τα θύματα.[66]

Μετά το πογκρόμ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η δίκη της ΕΕΕ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τον Μάρτιο του 1932 το δικαστικό συμβούλιο όρισε τη δίκη στο κακουργοδικείο της Βέροιας το οποίο υπαγόταν στο εφετείο Θεσσαλονίκης.[67]

Στις 2 Απριλίου 1932, ξεκίνησε η δίκη της οργάνωσης για τα γεγονότα του Κάμπελ στο κακουργιοδικείο της Βέροιας, η οποία διήρκησε συνολικά 17 μέρες.[68] Δικάστηκαν 11 άτομα με την κατηγορία της καταστροφής και κλοπής ξένης περιουσίας, την οπλοφορία και οπλοχρησία, καθώς και τη διατάραξη της κοινής ησυχίας· ανάμεσα σε αυτά ήταν οι ηγέτες της ΕΕΕ, Γεώργιος Κοσμίδης και Δημήτρης Χαριτόπουλος, καθώς και ο αρχισυντάκτης της Μακεδονίας -και μέλος της οργάνωσης- Νίκος Φαρδής.[68] Το σώμα των ενόρκων αποτελούνταν από έντεκα μέλη, κανένα από τα οποία δεν ήταν εβραϊκής καταγωγής.[69] Η «Μακεδονία» υπήρξε ανταποκριτής της δίκης, υπερασπιζόμενη την ΕΕΕ, παραποιώντας τις καταθέσεις των μαρτύρων και επιτιθέμενη σε, Βενιζελικούς και μη, πολιτικούς που δεν στήριζαν τις αντιεβραικές επιθέσεις.[70] Εν τέλει, αθωώθηκαν όλοι οι κατηγορούμενοι από όλες τις κατηγορίες.[71] Η ΕΕΕ συνέχισε την δράση της υπό την αιγίδα κρατικών φορέων[72] η οποία κορυφώθηκε το 1933, αλλά ύστερα διασπάστηκε λόγω ενδοπαραταξιακών συγκρούσεων.[73]

Η κοινότητα μετά το πογκρόμ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το πογκρόμ συνέτριψε την ήδη εξαθλιωμένη από την οικονομική κρίση εβραϊκή κοινότητα[58] ενώ παράλληλα αποδόμησε την μέχρι τότε αντίληψη πως η συμπρωτεύουσα αποτελούσε ένα ασφαλές καταφύγιο για τους Εβραίους.[74] Πολλές εβραϊκές οικογένειες, νιώθοντας ανασφαλείς, μετακόμισαν στο κέντρο της πόλης.[58] Άλλες, επισκέφθηκαν τους πρόξενους ξένων χωρών και ζήτησαν άδεια για να τοποθετήσουν σημαίες άλλων χωρών στα σπίτια τους.[58] Το πογκρόμ αποτέλεσε την αιτία για την εκκίνηση ενός νέου μεταναστευτικού κύματος.[63] Συνολικά 15-18.000[δ] Εβραίοι μεταναστευσαν προς τη Παλαιστίνη και 15.000 προς τη Γαλλία την περίοδο 1932-1938.[51]

Ο Μεταξάς και η κοινότητα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η επιβολή της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου, οδήγησε στην απαγόρευση της ΕΕΕ και βελτίωσε την κατάσταση της κοινότητας καθώς ο Μεταξάς, παρότι εμπνευσμένος από τα φασιστικά καθεστώτα της περιόδου, γνώριζε πως η πλειοψηφία των Εβραίων ήταν φιλομοναρχικοί και έτρεφε φιλικά συναισθήματα για αυτούς.[66] Διορίστηκε ως αρχιραββίνος ο ασκεναζίτης Ζβί Κόρετς, ο οποίος σύναψε στενές σχέσεις με τις αρχές, ενώ ο βασιλιάς Γεώργιος Β', σε ένδειξη καλής πίστης, επισκέφθηκε την συναγωγή Μπέτ Σαούλ στη Θεσσαλονίκη.[76] Σε γενικές γραμμές, το μεταξικό καθεστώς αν και ήρθε σε σύγκρουση με την κοινότητα σε θέματα όπως η τοποθεσία του εβραϊκού νεκροταφείου, και ενώ την προστάτευσε όχι στο πλαίσιο των πολιτικών και θρησκευτικών ελευθεριών, αλλά σε αυτό των πελατειακών σχέσεων, δεν έκανε διακρίσεις μεταξύ των θρησκευτικών κοινοτήτων, θεωρώντας τες ως υποσύνολα της ελληνικής οικογένειας.[77]

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]


Σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Δύο εκατομμύρια δραχμές το 1931 αντιστοιχούσαν σε περίπου 25.800 αμερικανικά δολάρια.[1] Σήμερα, το ποσο θα ανερχόταν σε 516,903 δολάρια.
  2. Τη διεθνοποίηση της πόλης τη στήριζαν και ορισμένοι Χριστιανοί Θεσσαλονικείς. Ο Βενιζέλος ήταν υπέρ της διεθνοποίησης υπό την προυπόθεση οτι στο ελληνικό κράτος θα ενσωματωνόταν και το μοναστήρι.[8]
  3. μισό εκατομμύριο δραχμές το 1931 αντιστοιχούσε σε περίπου 6,450 αμερικανικά δολάρια.[64] Σήμερα, το ποσό θα ανερχόταν στα 129,226 δολλάρια
  4. Η ιστορικός Ρένα Μόλχο αναφέρει πως 10.000 Εβραίοι μετανάστευσαν προς την Παλαιστίνη τη περίοδο 1932-1934.[75]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. US Department of Commerce 1933, σελ. 86
  2. Μαζάουερ 2006, σελ. 483,485.
  3. Μαζάουερ 2006, σελ. 484· Μαργαρίτης 2005, σελ. 41.
  4. 4,0 4,1 4,2 4,3 Τρεμόπουλος 2018, σελ. 170.
  5. Τρεμόπουλος 2018, σελ. 22.
  6. 6,0 6,1 6,2 Τρεμόπουλος 2018, σελ. 24.
  7. Τρεμόπουλος 2018, σελ. 25.
  8. Τρεμόπουλος 2018, σελ. 25
  9. 9,0 9,1 Τρεμόπουλος 2018, σελ. 28.
  10. 10,0 10,1 Μαζάουερ 2006, σελ. 480.
  11. Τρεμόπουλος 2018, σελ. 66-7.
  12. Τρεμόπουλος 2018, σελ. 65.
  13. 13,0 13,1 13,2 Μαζάουερ 2006, σελ. 481.
  14. Μαζάουερ 2006, σελ. 482.
  15. 15,0 15,1 15,2 Μαζάουερ 2006, σελ. 483.
  16. Τρεμόπουλος 2018, σελ. 66.
  17. Μαργαρίτης 2005, σελ. 65.
  18. Mavrogordatos 1983, σελ. 255.
  19. Μαζάουερ 2006, σελ. 487.
  20. Μαργαρίτης 2005, σελ. 58.
  21. Τρεμόπουλος 2018, σελ. 81,341.
  22. Τρεμόπουλος 2018, σελ. 81-2.
  23. 23,0 23,1 23,2 Τρεμόπουλος 2018, σελ. 82.
  24. Τρεμόπουλος 2018, σελ. 81.
  25. Τρεμόπουλος 2018, σελ. 82· Μαζάουερ 2006, σελ. 484.
  26. Μαργαρίτης 2005, σελ. 59 σημ.11.
  27. Τρεμόπουλος 2018, σελ. 83.
  28. Μαζάουερ 2006, σελ. 484.
  29. Molho 2003, σελ. 44· Μαζάουερ 2006, σελ. 484.
  30. Μαργαρίτης 2005, σελ. 66.
  31. Μαργαρίτης 2005, σελ. 61.
  32. Μαργαρίτης 2005, σελ. 59-60.
  33. Τρεμόπουλος 2018, σελ. 128-29.
  34. Τρεμόπουλος 2018, σελ. 131.
  35. Τρεμόπουλος 2018, σελ. 132.
  36. Τρεμόπουλος 2018, σελ. 134.
  37. Τρεμόπουλος 2018, σελ. 139.
  38. Τρεμόπουλος 2018, σελ. 140.
  39. Τρεμόπουλος 2018, σελ. 140,143.
  40. Τρεμόπουλος 2018, σελ. 155,160.
  41. Τρεμόπουλος 2018, σελ. 166.
  42. 42,0 42,1 Τρεμόπουλος 2018, σελ. 171.
  43. 43,0 43,1 Τρεμόπουλος 2018, σελ. 176.
  44. Τρεμόπουλος 2018, σελ. 176-77.
  45. Τρεμόπουλος 2018, σελ. 177-78.
  46. Τρεμόπουλος 2018, σελ. 179.
  47. Τρεμόπουλος 2018, σελ. 178,181.
  48. Τρεμόπουλος 2018, σελ. 171-72.
  49. Τρεμόπουλος 2018, σελ. 174.
  50. Τρεμόπουλος 2018, σελ. 171,180-182.
  51. 51,0 51,1 51,2 Kerem 2009, σελ. 367.
  52. 52,0 52,1 Τρεμόπουλος 2018, σελ. 216.
  53. 53,0 53,1 53,2 Τρεμόπουλος 2018, σελ. 202.
  54. Τρεμόπουλος 2018, σελ. 207.
  55. Τρεμόπουλος 2018, σελ. 207-08.
  56. 56,0 56,1 56,2 Τρεμόπουλος 2018, σελ. 208.
  57. Τρεμόπουλος 2018, σελ. 302.
  58. 58,0 58,1 58,2 58,3 Μαζάουερ 2006, σελ. 486.
  59. Τρεμόπουλος 2018, σελ. 217-18.
  60. Τρεμόπουλος 2018, σελ. 218.
  61. 61,0 61,1 Mavrogordatos 1983, σελ. 259.
  62. Τρεμόπουλος 2018, σελ. 210.
  63. 63,0 63,1 Fleming 2010, σελ. 99.
  64. US Department of Commerce 1933, σελ. 86
  65. Μαζάουερ 2006, σελ. 486-87.
  66. 66,0 66,1 Molho 2003, σελ. 45.
  67. Τρεμόπουλος 2018, σελ. 331.
  68. 68,0 68,1 Τρεμόπουλος 2018, σελ. 333.
  69. Τρεμόπουλος 2018, σελ. 337.
  70. Τρεμόπουλος 2018, σελ. 342.
  71. Τρεμόπουλος 2018, σελ. 395.
  72. Μαργαρίτης 2005, σελ. 64.
  73. Τρεμόπουλος 2018, σελ. 411.
  74. Naar 2016, σελ. 30.
  75. Kerem 2009, σελ. 367
  76. Μαζάουερ 2006, σελ. 490.
  77. Naar 2016, σελ. 186,267,290.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ελληνόγλωσσες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Μαζάουερ, Μάρκ (2006). Θεσσαλονίκη, Πόλη των Φαντασμάτων: Χριστιανοί, Μουσουλμάνοι και Εβραίοι 1430-1950. Αθήνα: Αλεξάνδρεια. ISBN 960-221-354-X. 

Ξενόγλωσσες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

(Αγγλικά)

Περαιτέρω ανάγνωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Προτεινόμενη βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Μαρία Βασιλικού: «Εθνοτικές αντιθέσεις στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου: Η περίπτωση του εμπρησμού του Κάμπελ», Ιστωρ, 7 (1994), σσ. 153-174